Ίσως είναι το πιο επιτυχημένο πέρασμα που έχει κάνει συγγραφέας στη σύγχρονη λογοτεχνία από το παιδικό βιβλίο.
Η Νένα Γεωργιάδου σίγουρα ξέρει να γράφει. Δεν είναι τυχαία άλλωστε τα τόσα ευπώλητα βιβλία της.
Εδώ όμως έχουμε να κάνουμε με ένα αριστούργημα. Οι ιστορίες 9 γυναικών, όσες και οι μούσες, που συγκλονίζουν τον αναγνώστη. Αυτό που αγγίζει περισσότερο την καρδιά μας, όταν ρουφούσαμε κυριολεκτικά τις σελίδες αυτού του βιβλίου είναι η ειλικρίνεια και η αυθεντικότητα. Δύσκολα πιστεύω ότι πρόκειται για μυθοπλασία. Μπορώ να στοιχηματίσω ότι πρόκειται για αληθινές ιστορίες που έχουν συμβεί στη συγγραφέα ή σε φίλες και γνωστές της.
Μπαίνει κυριολεκτικά στο πετσί σου.
Απόσπασμα από το βιβλίο και συγκεκριμένα από την ιστορία "Σόυζι, Σούζα":
Σούζα η Σούζι.
«Μα δεν έβαλες αλάτι στο φαί, το τσιγκουνεύτηκες;»
«Πάλι μακαρόνια σήμερα; Τι έκανες όλη μέρα; Κοπροσκύλιαζες;»
«Πάλι άπλυτα πιάτα;»
«Πάλι πλένεις πιάτα;»
Ό,τι και να έκανε η Σούζι γινόταν στόχος. Μάζευε το σπίτι, ήταν ψυχαναγκαστική. Σιγά το μάζεμα δηλαδή, να φύγουν τα πολλά από τη μέση, να χωθούν σε ένα κουτί, σε ένα συρτάρι σε μια ντουλάπα. Άφηνε τα ρούχα τους, τα παπούτσια τους, τα αξεσουάρ τους χωρίς να τα μαζέψει και ξεκινούσε άλλη μανούρα.
«Που είναι ο φορτιστής μου, που είναι τα πέδιλά μου ή είσαι πολύ τσαπατσούλα ρε Σούζι, παντού ακαταστασία». Λες και ήταν δικιά της.
Πριν χρόνια είχε κάνει το δικό της πείραμα. Δεν άφηνε τίποτα προσωπικό δικό της έκθετο. Πουθενά. Λες και δεν ζούσε σε εκείνο το σπίτι. Κανείς ποτέ δεν το κατάλαβε. Απεναντίας, μπροστά στο σωρό των δικών τους πραγμάτων, μόλις εντόπιζαν κάτι δικό της φωνάζανε:
«Ρε Σούζι, αφήνεις την τσάντα σου όπου να ΄ναι, ενοχλείς».
ΣΕΛΙΔΕΣ: 80. ΕΚΔΟΣΗ Δεκέμβριος 2016. Το αγοράσαμε 7 ευρώ.
|